ιεροσπουδαστήριο

ιεροσπουδαστήριο
το
το ιεροδιδασκαλείο.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • ιεροσπουδαστήριο — το ιεροδιδασκαλείο*, σχολείο που ετοιμάζει ιερείς. [ΕΤΥΜΟΛ. < ιερ(ο) * + σπουδαστήριο. Η λ. στον λόγιο τ. ιεροσπουδαστήριον μαρτυρείται από το 1840 στο Ιταλοελληνικόν Νομοτεχνικόν Λεξικόν] …   Dictionary of Greek

  • ιερ(ο)- — α συνθετικό λέξεων τής Αρχαίας, Μεσαιωνικής και Νέας Ελληνικής με σημαντική παραγωγικότητα, που προσδίδει στο β συνθετικό τη σημασία «ιερός, θείος, άγιος, αφιερωμένος στον θεό». Επί πλέον, στη Νέα Ελληνική απαντά ως α συνθετικό όρων τής ανατομίας …   Dictionary of Greek

  • Ιωάννινα ή Γιάννενα — Πόλη (υψόμ. 480 μ., 61.629 κάτ.) της Ηπείρου, πρωτεύουσα του ομώνυμου νομού και της περιφέρειας Ηπείρου. Χτισμένη στη νοτιοδυτική όχθη της ομώνυμης λίμνης, της αρχαίας Παμβώτιδας, περιβάλλεται από βουνά και λόφους, το Μιτσικέλι και τον Δρίσκο από …   Dictionary of Greek

  • Σιντορόβσκι Ιβάν Ιβάνοβιτς — Ρώσος ελληνιστής, φιλόλογος και ιερωμένος (1740 1795). Δίδαξε την ελληνική στο ιεροσπουδαστήριο της Κοστρομά. Μετάφρασε στη ρωσική έργα των Κεδρηνού, Ιωάννη Χρυσόστομου, Πλάτωνα, Παυσανία, Στράβωνα και Λουκιανού. Εκλέχτηκε μέλος της Ακαδημίας της …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”